We are able to provide you with location based services. Allow your browser to share your location, and enjoy our services :)

ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΜΟΥ
Διαχειριστείτε τα σημεία σας

ΟΙ ΦΩΤΟ ΜΟΥ
Διαχειριστείτε τις φωτογραφίες σας

ΟΙ ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΜΟΥ
Χρησιμοποιήστε τον RSS Reader του topos

Λίστα Ενημέρωσης

Καταχωρηθήτε για να λαμβάνετε ενημερώσεις από εμάς Το email σας είναι...


Εγγραφή/Διαγραφή

Facebook

Δημοφιλή Μέρη

Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου
Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου 8058 hits
 
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου είναι από τα πιο μεγάλα και αξιόλογα μουσεία στην Ελλάδα και ένα από τα σημαντικότερα στην Ευρώπη. Τα εκθέματά του περιλαμβάνουν αντιπροσωπευτικά δείγματα από όλες τις περιόδους της κρητικής προϊστορίας και ιστορίας, που καλύπτουν περίπου 5.500 χρόνια, από τη νεολιθική εποχή μέχρι τους ρωμαϊκούς χρόνους. Κυρίαρχη θέση, όμως, στις συλλογές του κατέχουν τα μοναδικά αριστουργήματα της μινωικής τέχνης, την οποία μπορεί κανείς να θαυμάσει σε όλη της την εξέλιξη. Η συλλογή με τις μινωικές αρχαιότητες είναι η σημαντικότερη στον κόσμο και το μουσείο δίκαια θεωρείται το κατ' εξοχήν μουσείο του μινωικού πολιτισμού. 
 
Το κτήριο, όπου στεγάζεται, βρίσκεται στο κέντρο της πόλης και κατασκευάσθηκε μεταξύ των ετών 1937 και 1940, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού. Στην ίδια θέση κατά τη διάρκεια της βενετοκρατίας βρισκόταν η καθολική μονή του Αγίου Φραγκίσκου, που καταστράφηκε από σεισμό το 1856. Το κτήριο του μουσείου είναι αντισεισμικό και αποτελεί σημαντικό δείγμα του μοντέρνου αρχιτεκτονικού κινήματος στην Ελλάδα, βραβευμένο με έπαινο Bauhaus στο Μεσοπόλεμο. Κατάφερε να συνδυάσει τις σύγχρονες τότε τάσεις της αρχιτεκτονικής, λαμβάνοντας υπ' όψη το περιεχόμενο των αρχαιολογικών συλλογών, να εξασφαλίσει καλό φυσικό φωτισμό, με φεγγίτες από την οροφή και στο ψηλότερο μέρος των τοίχων, και να διευκολύνει την ελεύθερη κίνηση μεγάλων ομάδων επισκεπτών. Οι χρωματισμοί και τα υλικά κατασκευής, όπως και τα πολύχρωμα φλεβωτά μάρμαρα, παραπέμπουν στις τοιχογραφικές μιμήσεις ορθομαρμαρώσεων των μινωικών κτηρίων. Ο αρχιτέκτονας προέβλεψε, ακόμη, τη δυνατότητα μελλοντικών επεκτάσεων του μουσείου. Το κτήριο είναι διώροφο και διαθέτει εκτεταμένους εκθεσιακούς χώρους, εργαστήρια, σχεδιαστήριο, βιβλιοθήκη, γραφεία και ένα σπουδαίο τμήμα, την Επιστημονική Συλλογή, όπου φυλάσσονται και μελετώνται πολλά από τα ευρήματα. Στο μουσείο λειτουργούν, επίσης, πωλητήριο εκμαγείων μισθωμένο για λογαριασμό του Tαμείου Αρχαολογικών Πόρων, κυλικείο, καθώς και πωλητήριο δελταρίων και διαφανειών. 
 
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου έχει συγκροτηθεί ως Ειδική Περιφερειακή Υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και έχει ως σκοπό την απόκτηση, αποδοχή, φύλαξη, συντήρηση, καταγραφή, τεκμηρίωση, έρευνα, μελέτη, δημοσίευση και κυρίως έκθεση και προβολή στο κοινό αντικειμένων που χρονολογούνται από τους απώτατους χρόνους της προϊστορικής εποχής έως την υστερορωμαϊκή περίοδο. Οργανώνει περιοδικές εκθέσεις, συμμετέχει σε εκθέσεις που περιοδεύουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, συνεργάζεται με άλλους επιστημονικούς και ερευνητικούς φορείς και φιλοξενεί ποικίλες άλλες πολιτιστικές δραστηριότητες.
 
Ιστορικό
Η πρώτη αρχαιολογική συλλογή δημιουργήθηκε στο Ηράκλειο το 1883, με πρωτοβουλία του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Ηρακλείου, ο οποίος, με πρόεδρο τον φιλάρχαιο γιατρό Ιωσήφ Χατζηδάκη, κατάφερε να εξασφαλίσει την εξουσιοδότηση της οθωμανικής κυβέρνησης για την ίδρυση της πρώτης «αρχαιολογικής υπηρεσίας›. Η συλλογή στεγάσθηκε σε δύο δωμάτια στην αυλή της μητρόπολης του Αγίου Μηνά και μέχρι το 1900 εμπλουτίσθηκε με δωρεές φιλάρχαιων πολιτών, με εξαγορές αρχαίων αντικειμένων και με τα ευρήματα των πρώτων μικρών ανασκαφών και περισυλλογών. Το 1900, με την έναρξη των μεγάλων ανασκαφών στο νησί, περιέλαβε τα πρώτα σημαντικά ευρήματα, ενώ ταυτόχρονα παραχωρήθηκε στη νεοσύστατη Κρητική Πολιτεία. Τότε μεταστεγάσθηκε σε τμήμα του κτηρίου των Στρατώνων, της σημερινής Νομαρχίας Ηρακλείου, με τη φροντίδα των πρώτων Εφόρων Αρχαιοτήτων, Ιωσήφ Χατζηδάκη και Στεφάνου Ξανθουδίδη. 
 
Το 1904-1907 κατασκευάσθηκε η πρώτη μουσειακή αίθουσα, στη θέση όπου ήταν τα ερείπια της ονομαστής βενετικής μονής του Αγίου Φραγκίσκου, δίπλα στο Χουνκιάρ Τζαμί, ενώ το 1908, μετά την προσθήκη μίας δεύτερης αίθουσας, μεταφέρθηκαν εκεί οι αρχαιότητες. Το 1912, το μικρό αυτό κτίσμα πήρε τη μορφή κλασικιστικού κτηρίου με την προσθήκη της δυτικής πτέρυγας, σε σχέδια του αρχιτέκτονα W. Doerpfeld και του Γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών, Παναγή Καββαδία. Το μουσείο σταδιακά περιέλαβε τα ευρήματα των μεγάλων ανασκαφών που διεξάγονταν σε όλο το νησί από Έλληνες και ξένους ερευνητές. 
 
Η δόμηση του σημερινού κτηρίου, σε σχέδια του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού, ξεκίνησε το 1937 αλλά η έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έθεσε σε μεγάλο κίνδυνο τις συλλογές και το πολύτιμο περιεχόμενο του μουσείου, το οποίο διασώθηκε χάρη στις προσπάθειες του καθηγητή Ν. Πλάτωνα. Υπό την εποπτεία του ξεκίνησαν στις αρχές της δεκαετίας του 1950 οι εργασίες για την επανέκθεση και παρουσίαση των συλλογών και το 1952 το μουσείο επαναλειτούργησε προβάλλοντας και πάλι τους ανεκτίμητους θησαυρούς του. Ο τρόπος της παρουσίασης των εκθεμάτων βασίσθηκε στη χρονολογική εξέλιξη του μινωικού πολιτισμού και απηχούσε τόσο την ιστορία της ανασκαφικής έρευνας και των μεγάλων αποκαλύψεων, που έγιναν στις αρχές του 20ού αιώνα στο νησί (ανάκτορα Κνωσού, Φαιστού, Μαλίων, κ.ά.), όσο και τις θεωρίες που κυριαρχούσαν την ίδια περίοδο για την προϊστορία του αιγαιακού χώρου. Το 1962 το μουσείο απέκτησε με εξαγορά τη συλλογή του Κρητικού γιατρού Στυλιανού Γιαμαλάκη, η οποία εκτέθηκε σε αίθουσα του ορόφου. Το 1964 παραδόθηκε προς χρήση η νέα πτέρυγα του μουσείου και η έκθεση των αρχαιοτήτων ολοκληρώθηκε από τον τότε διευθυντή του, Στυλιανό Αλεξίου. Το 2000 το Μουσείο Ηρακλείου εμπλουτίσθηκε με τη συλλογή του Νίκου Μεταξά, τμήμα της οποίας πρόκειται να εκτεθεί σύντομα. 
 
Επεμβάσεις στη μορφή του κτηρίου πραγματοποιήθηκαν το 1987, οπότε -με αφορμή τον εκσυγχρονισμό των ηλεκτρομηχανολογικών εγκαταστάσεων και την εγκατάσταση συστημάτων κλιματισμού, ασφάλειας και πυρασφάλειας- πραγματοποιήθηκαν αλλαγές στο φωτισμό των αιθουσών, με την κατάργηση του φυσικού φωτισμού της οροφής, με τη δημιουργία ψευδοροφής και με την εγκατάσταση συστήματος τεχνητού φωτισμού. Με το νέο έργο επέκτασης και εκσυγχρονισμού του μουσείου, που άρχισε το 2002, σε αρχιτεκτονικές μελέτες του Αλέξανδρου Τομπάζη, προβλέπεται η επαναφορά του φυσικού φωτισμού και νέες ηλεκτρομηχανολογικές εγκαταστάσεις (κλιματισμού, φωτισμού, ασφάλειας, πυρασφάλειας κλπ.). Παράλληλα προβλέπεται η δημιουργία νέας πτέρυγας αποθηκών βόρεια του κτηρίου, στη θέση των αποθηκών που κατεδαφίσθηκαν, ενώ στην ανατολική πλευρά του αιθρίου προβλέπεται η ανάδειξη των ερειπίων του ενετικού ναού του Αγίου Φραγκίσκου.
 
Εκθέματα
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου ιδρύθηκε το 1908 για να στεγάσει τις πρώτες συλλογές κρητικών αρχαιοτήτων που έκτοτε εμπλουτίστηκαν με ραγδαίο ρυθμό. Το πολιτιστικό του απόθεμα καλύπτει περίοδο επτά χιλιετιών, από τη νεολιθική εποχή (7000 π.Χ.) έως τους ρωμαϊκούς χρόνους (3ος αι. μ.Χ.). Μετά από τις εργασίες ανακαίνισης των τελευταίων χρόνων που ολοκληρώθηκαν το Μάιο του 2014, η έκθεση καταλαμβάνει συνολικά είκοσι επτά αίθουσες. Οι συλλογές παρουσιάζονται πλέον με σύγχρονη μουσειολογική και μουσειογραφική αντίληψη, διαρθρωμένες χρονολογικά και θεματικά και συνοδευόμενες από εποπτικά μέσα και εισαγωγικά κείμενα. 
 
Η περιήγηση της έκθεσης ξεκινά στο ισόγειο με τη μινωική συλλογή (Αίθ. Ι-ΧΙΙ), συνεχίζεται στον όροφο με τις μινωικές τοιχογραφίες (Αίθ. ΧΙΙΙ) και τους ιστορικούς χρόνους (Αίθ. XV-XXII) και ολοκληρώνεται στο ισόγειο με τη συλλογή γλυπτών (Αίθ. XXVI-XXVII). Σε ξεχωριστή ενότητα παρουσιάζονται στον όροφο οι ιδιωτικές συλλογές των Στ. Γιαμαλάκη και Ν.Θ. Μεταξά (Αίθ. ΧΧΙΙΙ), καθώς επίσης και η απήχηση του μινωικού παρελθόντος της Κρήτης στα αρχαία και σύγχρονα χρόνια (Αίθ. XIV, XXV). 
 
Στις δώδεκα αίθουσες του ισογείου τα εκθέματα του λαμπρού μινωικού πολιτισμού, του πρώτου αστικού-ανακτορικού πολιτισμού σε ευρωπαϊκό έδαφος, παρουσιάζονται μέσα από θεματικές ενότητες που αναδεικνύουν τη συγκρότηση των πρώτων κοινοτήτων, την ανάδειξη ηγετικών τάξεων και την παγίωση της ανακτορικής ισχύος και ιεραρχίας, καθώς και τις μινωικές γραφές που αποτέλεσαν τη βάση του διοικητικού συστήματος. Η εξωστρέφεια των παραθαλάσσιων κρητικών κέντρων και η δημιουργία ποντοπόρων πλοίων ευνόησαν τη συμμετοχή σε δίκτυα ανταλλαγών, τις εισαγωγές και τη μεταφορά ιδεών ήδη από την προχωρημένη 3η χιλιετία π.Χ., ενώ εξασφάλισαν στην Κρήτη μια πρωτοπόρα θέση στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο κατά τον 16ο και πρώιμο 15ο αι. π.Χ. Η κυριαρχία των θαλασσοδρόμων Μινωιτών στο Αιγαίο που συνδέεται με τους αρχαίους μύθους για τον ημίθεο βασιλιά Μίνωα, μονάρχη του πολυδαίδαλου ανακτόρου της Κνωσού αποτελεί βασικό άξονα της έκθεσης. Παράλληλα, σε ειδικά αφιερωμένες αίθουσες εκτίθενται ευρήματα που σχετίζονται με τις θρησκευτικές τελετουργίες, τα αθλήματα, τις δημόσιες εκδηλώσεις, εκφάνσεις της ιδιωτικής ζωής και τα ταφικά έθιμα. 
 
Η περίφημη μινωική τέχνη αναδεικνύεται μέσα από χιλιάδες εκθέματα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι διάσημες Θεές των Όφεων από φαγεντιανή, το λίθινο ρυτό σε σχήμα ταυροκεφαλής, οι τοιχογραφίες του Πρίγκιπα των Κρίνων και των Ταυροκαθαψίων, το χρυσό Κόσμημα των Μελισσών, η Σαρκοφάγος της Αγίας Τριάδας, τα πολύχρωμα καμαραϊκά αγγεία, οι πινακίδες Γραμμικής Β από την Κνωσό, αλλά και ο αινιγματικός ενεπίγραφος Δίσκος της Φαιστού. 
 
Στις αίθουσες του ορόφου που είναι αφιερωμένες στους Ιστορικούς χρόνους παρουσιάζεται η Κρήτη ενταγμένη πλέον στις πολιτισμικές και πολιτικές δομές του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην ίδρυση των Κρητικών πόλεων, καθώς και στη λατρεία στα οργανωμένα ιερά. Παράλληλα, τα ταφικά ευρήματα αποκαλύπτουν πεποιθήσεις και πρακτικές που σχετίζονταν με τη μεταθανάτια ζωή, ενώ ευρήματα όπως τα είδη καλλωπισμού, τα ψηφιδωτά και οι επιγραφές δηλώνουν την ευμάρεια και ανακλούν εικόνες της ζωής. Η νομισματοκοπία που αναπτύσσεται σε χωριστή ενότητα πιστοποιεί την ακμή των πόλεων και τη δραστηριοποίηση των Κρητών ως μισθοφόρων στην ανατολική Μεσόγειο. 
 
Οι δύο αίθουσες των γλυπτών στο ισόγειο συνιστούν μια αυτόνομη ενότητα που λειτουργεί ανεξάρτητα από την υπόλοιπη έκθεση ως ένα είδος γλυπτοθήκης. Φιλοξενεί γλυπτά που καλύπτουν την περίοδο από τον 7ο έως τον 3ο αι. μ.Χ. Κυρίαρχη θέση έχουν τα αρχαϊκά γλυπτά που αναδεικνύουν την πρωτοπορία της Κρήτης στη δημιουργία της ελληνικής μνημειακής γλυπτικής, η οποία εμπνέεται από τη δωρική αυστηρότητα. Σειρά πορτραίτων των Ρωμαίων αυτοκρατόρων και ρωμαϊκά αντίγραφα γνωστών αγαλματικών τύπων της κλασικής αρχαιότητας υποδηλώνουν την ακμή του νησιού κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους, όταν Γόρτυνα έγινε πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής επαρχίας της Κρήτης και της Κυρηναϊκής. 
 
Στον κήπο του Μουσείου σώζονται τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ενετικού μοναστηριού του Αγίου Φραγκίσκου που πιστοποιούν την ακμή της πόλης του Ηρακλείου κατά την περίοδο της Ενετοκρατίας.
Κέρας της Αμάλθειας
Κέρας της Αμάλθειας 7176 hits

Το κέρας της Αμάλθειας, ένα γλυπτό που έχει κατασκευασθεί από τους ντόπιους, αναγνωρισμένους καλλιτέχνες αδελφούς Σωτηριάδη, έχει στηθεί σε ένα πετρόχτιστο αίθριο παραθίν αλός, έτσι ώστε να έχει φόντο τον κόλπο του Μεραμβέλου και το νησάκι των Αγίων Πάντων.

Κολυμβητήριο Αγίου Νικολάου
Κολυμβητήριο Αγίου Νικολάου 7131 hits
Δημοτικό Κολυμβητήριο Αγίου Νικολάου
Μαρίνα Αγίου Νικολάου
Μαρίνα Αγίου Νικολάου 6732 hits

Μαρίνα Αγίου Νικολάου

Φωτογραφίες Προσεχώς
Άγιος Γεώργιος Ψαθάς 6709 hits

Ο ναός βρίσκεται σε περιοχή με ετήσιες καλλιέργιες, ελαιόδεντρα, ενώ κοντά του φύονται κυπαρίσσια.

Ο Άγιος Γεώργιος ο Ψαθάς βρίσκεται στα περίχωρα της Νεάπολης. Στο δρόμο για Βρύσες, δύο στροφές έξω από τη Νεάπολη στα αριστερά υπάρχει ένα μονοπάτι που οδηγεί στο μνημείο. Ο ναός βρίσκεται ανάμεσα σε δέντρα, είναι μονόχωρος καμαροσκέπαστος, πλήρως ανακαινισμένος και έχει βόρεια είσοδο. Για τον Άγιο Γεώργιο γίνεται μνεία από τον Πατσιδιώτη το 1552.