Νομός: Λασιθίου
Διεύθυνση:
Τηλέφωνο:
Μέρη κοντινά με Γήπεδο Μπάσκετ
Δυτικά της Ιεράπετρας, 25 χλμ., στις εκβολές του ποταμού Σαραντάπηχου, σε μια καταπράσινη κοιλάδα με ελιές και πορτοκαλεώνες είναι χτισμένο το όμορφο, παραλιακό, τουριστικό χωριό Μύρτος. Πήρε την ονομασία του από την Μυρτιά την κοινή ή Μυρθιά που φύεται στην περιοχή. Οι παραλίες του, τα βαθιά καταγάλανα νερά, η αύρα του Λιβυκού και το ήπιο κλίμα, έχουν καθιερώσει εδώ και χρόνια το Μύρτος ως ιδανικό τόπο παραθερισμού. Χώρος ψυχικού γαληνέματος όπως ισχυρίζονται ντόπιοι και ξένοι, θεωρείς πως άγνωστες δυνάμεις το φορτίζουν θετικά, ζωογόνα και θεραπευτικά.
Παλιό ιστορικό χωριό υπέφερε στο πέρασμα του χρόνου από πειρατικές επιδρομές, κατακτήσεις και ερημώσεις. Επίσης εκεί υπάρχουν σπουδαίες αρχαιότητες. Πρωτομινωικό οικισμό στην τοποθεσία “Φούρνου Κορυφή” 3,5χλμ. ανατολικά όπου βρέθηκαν πολλά αγγεία και πήλινα εξαρτήματα, χρήσιμα αντικείμενα, φούρνοι ψησίματος ειδώλια και αναθήματα. Στον “Πύργο” 0.5 χλμ. ανατολικά του Μύρτους ανακαλύφθηκε “έπαυλις” υστερομινωικής εποχής.
Επίσης δυτικά του χωριού διακρίνονται κτίσματα και ψηφιδωτά, λουτρά, ίχνη Ρωμαϊκής κατοίκισης. Τα αρχαιολογικά ευρήματα των αρχαιοτήτων του Μύρτους εκτίθενται στο Μουσείο του, έργο ζωής του Δασκάλου Γεωργίου Δημητριανάκη, καθώς και στα Μουσεία Αγίου Νικολάου και Ηρακλείου. Επίσης ιστορικό ενδιαφέρον έχουν οι παλιές εκκλησίες και τα εξωκλήσια με πιο σπουδαίο τον Άγιο Αντώνιο της Βυζαντινής περιόδου. Η παλιά γέφυρα, βόρεια στην κοίτη του χειμάρρου του Μύρτους, ένα σπουδαίο πετρόχτιστο αρχιτεκτόνημα. Οι παλιοί νερόμυλοι που άλεθαν τα Δημητριακά και οι σωζόμενες, υδραυλικές αρδευτικές εγκαταστάσεις, μαρτυρούν την προοδευτικότητα των κατοίκων του Μύρτους.
Το Μύρτος, κοινότητα σήμερα τοπικό Διαμέρισμα του Δήμου Ιεράπετρας, το 1630 είχε 28 κατοίκους, το 1881 είχε 127 και το 2001 440 κατοίκους. Διαμετακομιστικό κέντρο των προϊόντων της ευρύτερης περιοχής δια θαλάσσης, είχε σπουδαίες επιτυχίες στον οικονομικό, αναπτυξιακό, πνευματικό τομέα. Χωριό επιστημόνων, διακεκριμένων στις Τέχνες και τα γράμματα.
Το Μύρτος, παραλιακό σμαράγδι της δυτικής Ιεράπετρας, πράσινο, σωστά ρυμοτομημένο, με πλακόστρωτα γραφικά δρομάκια, καφενεία και εστιατόρια πάνω στο κύμα, με όμορφες και οργανωμένες παραλίες, αποζημιώνει τους επισκέπτες του. Οι σπουδαίες του υποδομές, το αρχαιολογικό Μουσείο, οι αρχαιότητες του, το ήπιο κλίμα, καθιστούν το Μύρτος πόλο έλξης παραθεριστών ντόπιων και ξένων. Η υψηλή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών τουρισμού, η φιλοξενία των κατοίκων, το φιλικό οικογενειακό περιβάλλον της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής του Μύρτους, χειμώνα καλοκαίρι, κάνει το Μύρτος χωριό όλων μας. Σπίτια, δένδρα, συναισθήματα, ιδέες, θρύλοι, παραδόσεις στον όμορφο όρμο, αγκαλιά του Λυβικού, αφημένα “ήσυχα στη χλόη” όπως λέει και ο ποιητής του Μύρτους Μανώλης Πρατικάκης.
Ο Άγιος Αντώνιος είναι ο Καθεδρικός ναός του Μύρτου. Είναι ναός μικρός, μονόκλιτος, διμάρτυρος, αφιερωμένος στην μνήμη του Αγίου Αντωνίου και στην Ανάληψη του Χριστού.
Η χρονολογία κατασκευής του ναού δεν είναι εξακριβωμένη, όμως σε ένα Ενετικό χάρτη της παραλίας του Μύρτου που χαρτογραφήθηκε στο τέλος του 14ου ή τις αρχές του 15ου αιώνα μ.Χ. σημειώνεται μια εκκλησία με την ένδειξη S. ANTONIO, η οποία βρίσκεται περίπου στην ίδια θέση με τον σημερινό ναό.
Ο ναός πιθανολογείται ότι χτίστηκε την δεύτερη Βυζαντινή περίοδο στην Κρήτη, όμως ίχνη του βυζαντινού ναού δεν βρέθηκαν πουθενά και κανείς δεν γνωρίζει αν ο σημερινός ναός είναι χτισμένος στα θεμέλια του παλαιού.
Φαίνεται ότι η εκκλησιά καταστράφηκε ολότελα από άγνωστη αιτία, ίσως όμως και από τους Τούρκους το 1647-1648 μετά την κατάληψη της περιοχής, ή από τον μεγάλο σεισμό του 1780.
Ο σημερινός ναός, σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, διαμορφώθηκε στη σημερινή του μορφή γύρω στο 1853 από κατοίκους των συνοικισμών Αγιου Βασιλείου και Μετοχίου.
Κατά την επισκευή του ναού το 1950 βρέθηκε ότι η Αγία Τράπεζα ήταν κατασκευασμένη από μαρμάρινες βάσεις ρωμαϊκών κιόνων και ο τοίχος της δυτικής πλευράς αντι για πέτρες ήταν χτισμένος με κομμάτια μάρμαρο, βάσεις κιόνων και κομμάτια από αγάλματα.
Η όμορφη αυτή παραλία ανήκει στο γραφικό χωριό “Μύρτος” - τουριστικό θέρετρο - και απέχει 19 χλμ από την Ιεράπετρα. Οργανωμένη παραλία διατηρεί την αυθεντικότητα της, κάτω ακριβως από τον παραλιακό πεζόδρομο του χωριού γεμάτου με τα χρώματα του καλοκαιριού και τις μυρωδιές του καλού φαγητού.
Ο οικισμός του Πύργου ιδρύεται την ίδια περίοδο με τον γειτονικό στη Φούρνου Κορυφή (2600-2300 π.Χ.), η κατοίκηση όμως εδώ είναι μακρύτερης διάρκειας, καθώς τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα χρονολογούνται μέχρι και την Υστερομινωική I περίοδο (1600-1450 π.Χ.). Η θέση επιλέγεται καθώς είναι οχυρή και προφυλαγμένη, ενώ διαθέτει κοντά εύφορες καλλιεργήσιμες εκτάσεις.
Ένα από τα εντυπωσιακά κτήρια που έχουν αποκαλυφθεί πάνω στο λόφο είναι ο διώροφος Τάφος-Οικία, ο οποίος κτίζεται στην ΒΔ άκρη του χωριού στην αρχή της Μεσομινωικής περιόδου (2100-1900 π.Χ.), χρησιμοποιείται όμως μέχρι και τον 15° αι. π.Χ. Λιθόστρωτος δρόμος οδηγούσε στην αυλή του τάφου, ο οποίος είχε στις πλευρές του και δύο οστεοφυλάκια. Στον τάφο είχαν ταφεί τουλάχιστον 65 νεκροί.
Στην επόμενη περίοδο (1900-1700 π.Χ.) ανήκουν ένας πύργος και μια δεξαμενή νερού, ενώ στο κέντρο του οχυρωμένου οικισμού βρισκόταν μεγάλο κτήριο, ίσως η έδρα του τοπάρχη. Η κεραμική μοιάζει εντυπωσιακά με την κεραμική των Μαλίων, εντάσσοντας τον οικισμό του Πύργου στη σφαίρα επιρροής του ανακτόρου. Την Υστερομινωική I περίοδο (1600-1450 π.Χ.) ανεγείρεται στην κορυφή του λόφου επιβλητική αγρέπαυλη. Η αρχιτεκτονική της διακρίνεται για τα ανακτορικά χαρακτηριστικά. Θα ήταν το διοικητικό κέντρο ολόκληρης της πεδιάδας του Μύρτου, ενώ η αποκάλυψη πινακίδων Γραμμικής Α και σφραγισμάτων επιβεβαιώνουν τον χαρακτήρα του κτηρίου.
Τέλος, κατά την ελληνιστική περίοδο (4ος -1ος αι. π.Χ.) ιδρύθηκε ιερό πάνω στα μινωικά ερείπια, το οποίο σύμφωνα με επιγραφή που ήρθε στο φως, ήταν αφιερωμένο στον Ερμή και την Αφροδίτη.
Βόρεια της Μύρτου, στο δρόμο προς τις Μουρνιές όπου περνά ο Κρυοπόταμος (το καλοκαίρι είναι ξεροπόταμος) υπάρχει μια γέφυρα που από εντοιχισμένη επιγραφή προκύπτει ότι κτίσθηκε το 1884.
Η γέφυρα είναι πετρόχτιστη και αποτελείται από τρία μεγάλα τόξα που κατασκευάστηκαν από λαξευτές, ορθογωνικές πέτρες που προεξέχουν στις γωνίες. Τα δύο μεσαία «ποδαρικά» ενισχύονται από μικρές αντηρίδες που στη βόρεια πλευρά (ανάντι του ποταμού) έχουν κάτοψη (μορφή) τριγωνική και στη νότια πλευρά (κατάντι του ποταμού) έχουν κάτοψη (μορφή) ημικυκλική. Και αυτές οι αντηρίδες είναι κατασκευασμένες από ορθογωνικές, πελεκητές πέτρες. Στην πάνω επιφάνεια της γέφυρας (το βαττό της επίπεδο) διακρίνεται σε πολλά σημεία ακόμη το παλιό καλντερίμι, ενώ το κτιστό στηθαίο στις πλευρές της είναι πολύ χαμηλό. Η όλη κατασκευή μαρτυρεί όχι μόνο αξιολογότατη αισθητική αντίληψη των κατασκευαστών αλλά και άριστη γνώση της τεχνικής κατασκευής γεφυρών με τα δομικά υλικά που είχαν στην διαθεσή τους την εποχή εκείνη. Η γέφυρα έχει χαρακτηρισθεί ως έργο τέχνης.