Νομός: Ρεθύμνου
Μέρη κοντινά με Άγιος Γεώργιος
Ισόγειο κεραμοσκεπές λιθόκτιστο κτήριο με εσωτερικό πατάρι. Το κτήριο του χαρουπόμυλου ήταν βιομηχανική μονάδα επεξεργασίας χαρουπιού. Το οικοδόμημα και οι μηχανολογικές του εγκαταστάσεις αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα για τη βιομηχανική αρχιτεκτονική. Έχει κτιστεί το 1930 και είναι το μοναδικό βιομηχανικό κτήριο αυτού του είδους σε όλη την Κρήτη. Είναι ισόγειο 500 τ.μ. έκτασης και ενός παταριού ημιωρόφου 100 τ.μ.
Στην περιοχή του Πανόρμου Ρεθύμνου, που βρίσκεται στο κέντρο του βόρειου οδικού άξονα, ανάμεσα στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης, στην «καρδιά» της κατ' εξοχήν αγροτικής περιοχής του Ρεθύμνου (Μυλοπόταμος) υπάρχει ο μοναδικός -ίσως- παλιός μεγάλος Χαρουπόμυλος της Κρήτης, ο οποίος μετά την παραχώρηση της χρήσης του στον «Επιμενίδη» κηρύχθηκε ως βιομηχανικό μνημείο από το υπουργείο Πολιτισμού.
Η ύπαρξη του εγκαταλελειμμένου και ερειπωμένου βιομηχανικού κτιρίου επεξεργασίας χαρουπιών έδωσε το ερέθισμα για τη δημιουργία ενός πρότυπου χώρου τέχνης και πολιτισμού στο Πάνορμο του νομού Ρεθύμνου. Ο Χαρουπόμυλος, από το 1996 λειτούργησε ως χώρος φιλοξενίας ποικίλων καλλιτεχνικών, συνεδριακών κι αθλητικών δράσεων και σταδιακά αποτέλεσε το επίκεντρο της πολιτιστικής δραστηριότητας της περιοχής.
Οι εργασίες αποκατάστασής του Χαρουπόμυλου ξεκίνησαν το 1998 με προσφορά της αρχιτεκτονικής μελέτης από την Παναγιώτα Τριμανδήλη - Μαγκάν και με χρηματοδότηση της περιφέρειας Κρήτης.
Ο χώρος αυτός, ιδιοκτησίας του Αγροτικού Συνεταιρισμού Πανόρμου, με την πρωτοβουλία και ενεργή συμμετοχή του «Επιμενίδη» έχει μετατραπεί σε αξιόλογο πολιτιστικό, εκθεσιακό και συνεδριακό κέντρο όλης της Κρήτης. Για να ολοκληρωθεί πλήρως, υπάρχουν ακόμα σχέδια να δημιουργηθεί στον περιβάλλοντα χώρο του υπαίθριο θέατρο, καθώς και πάρκο ενδημικών φυτών και λουλουδιών της Κρήτης."
Στον παράλιο οικισμό του Πανόρμου, 20 χλμ περίπου ανατολικά της πόλης του Ρεθύμνου, βρίσκεται η μεγάλη παλαιοχριστιανική βασιλική. Σύμφωνα με την παράδοση είναι αφιερωμένη στην Αγία Σοφία και αυτό το όνομα έχει δοθεί σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή γύρω από το ναό.
Η βασιλική χρονολογείται στον 5ο αιώνα, φαίνεται όμως να έχει άλλες δύο τουλάχιστον κατασκευαστικές περιόδους, μία στα μέσα του 6ου αιώνα και μια Τρίτη στα τέλη του ίδιου αιώνα. Καταστράφηκε βίαια, πιθανόν λόγω των αραβικών επιδρομών του 7ου αιώνα, όπως συμβαίνει και με άλλες βασιλικές την εποχή αυτή στην Κρήτη. Ωστόσο η εύρεση νομισμάτων του Λέοντα ΣΤ (886-912), καθώς και η χρήση μικρογράμματης γραφής σε επιγραφές πάνω σε πεσσούς και θωράκια, δηλώνουν τη χρήση του χώρου τουλάχιστον έως τον 9ο αιώνα.
Ο ναός ανεσκάφη από τους Κ. Καλοκύρη και Ν. Πλάτωνα μεταξύ του 1947-1955. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς αποτελούσε την έδρα της επισκοπής Ελευθέρνης, η οποία μεταφέρθηκε μετά την καταστροφή της αρχαίας πόλης στο Πάνορμο.
Πρόκειται για μια τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική με εγκάρσιο κλίτος, συνολικού μήκους 54 μ. και μέγιστου πλάτους 23 μ. Δυτικά έχει νάρθηκα και αίθριο, στο κέντρο του οποίου υπάρχει μεγάλη δεξαμενή και βόρεια και δυτικά προσκτίσματα. Ανατολικά απολήγει σε ημικυκλική αψίδα, που εσωτερικά διατηρεί ίχνη συνθρόνου. Στο νότιο παστοφόριο υπάρχει μεταγενέστερη κτιστή κατασκευή, η οποία θεωρείται κολυμβήθρα. Στο βόρειο παστοφόριο βρέθηκε επιμελημένη ταφή, που σύμφωνα με την επιγραφή ανήκε στον ψάλτη Θεόδωρο.
Τα τρία κλίτη του ναού χωρίζονταν μεταξύ τους με υψηλούς στυλοβάτες που έφεραν κίονες με κορινθιακού τύπου κιονόκρανα του 5ου - 6ου αιώνα. Πάνω τους στηρίζονταν οι ιωνικού τύπου κίονες του υπερώου. Τα δάπεδα των κλιτών ήταν πλακόστρωτα στο βόρειο και κεντρικό κλίτος και από συμπιλιτό χώμα στο νότιο.
Σχετικά με τα προσκτίσματα στα βόρεια και δυτικά η χρήση τους δεν είναι αρκετά ξεκάθαρη. Ταυτίζονται είτε με το χώρο του διακονικού, είτε με ένα πρώιμο βαπτιστήριο, το οποίο χρησιμοποιήθηκε πριν την κατασκευή της κολυμβήθρας στο νότιο παστοφόριο.
Από τα ευρήματα της ανασκαφής πρέπει να αναφέρουμε τα αξιόλογα μαρμάρινα και πώρινα αρχιτεκτονικά μέλη, όπως κίονες, κιονόκρανα, θωράκια κτλ. Βρέθηκαν ακόμα νομίσματα, μεγάλη ποσότητα κεραμικής, τεμάχια από γυάλινες κανδήλες κα
