Μέρη κοντινά με Εκκλησία
Η αρχαία πόλη Λύκτος ή Λύττος, έχει εντοπιστεί μεταξύ των σημερινών οικισμών Ξιδά και Ασκών του δήμου Καστελλίου. Το πλήθος των αναφορών στην πόλη από πολλούς αρχαίους συγγραφείς (Όμηρος, Ησίοδος, Πλούταρχος, Στράβων, Πολύβιος κ.α.) υποδηλώνουν τη μεγάλη της ισχύ, αλλά και την πανάρχαια κατοίκησή
της. Όπως διαπιστώνεται από μαρτυρία του ιστορικού Πολύβιου, η Λύκτος ήταν η αρχαιότερη αποικία των
Λακεδαιμονίων στην Κρήτη.
Είχε εκτεταμένη ζώνη επιρροής και δικό της νόμισμα με έμβλημα τον αετό και κεφαλή αγριογούρουνου. Η πόλη, ύστερα από πόλεμο, κυριεύτηκε από τους Κνώσιους το 346 π.Χ. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, η πόλη γνώρισε νέα ακμή, όπως μαρτυρούν τα αρχιτεκτονικά λείψανα, οι πολυάριθμες επιγραφές και τα αγάλματα. Για την υδροδότηση της πόλης είχε κατασκευαστεί, αυτή την εποχή, υδραγωγείο που μετέφερε νερό από την πηγή Κουρνιά κοντά στο Κράσι.
Τα ίχνη του ρωμαϊκού υδραγωγείου είναι και σήμερα ορατά στον αγροτικό δρόμο προς την Κασταμονίτσα. Η Λύκτος διέθετε επίσης θέατρο, λαξευμένο στο βράχο. Σημαντικότατο, τέλος, εύρημα είναι αίθουσα διαστάσεων 13,90 x 11,40 μ., με μαρμάρινο δάπεδο και τέσσερις σειρές λίθινων εδράνων κατά μήκος των μακρών της πλευρών. Η αίθουσα ανεγέρθηκε, στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ. και ταυτίζεται με το βουλευτήριο της ρωμαϊκής πόλης. Η Λύκτος φαίνεται ότι συνέχισε να αποτελεί οικιστικό κέντρο μέχρι και τον 7ο αι. μ.Χ., όπως υποδεικνύει η αποκάλυψη υστερορωμαϊκών καταστημάτων.
Στις βόρειες υπώρειες του όρους Δίκτη, στο πέρασμα από την Πεδιάδα στο Λασίθι, 1 χλμ. βορειοανατολικά του σημερινού χωριού Λύττος, σε ύψωμα 656 μ., βρίσκονται τα ερείπια μιας από τις ισχυρότερες και πιθανόν η αρχαιότερη πόλη της Κρήτης. Πρόκειται για την αρχαία Λύττο ή Λύκτο, την οποία αναφέρουν πολλοί Έλληνες συγγραφείς, μεταξύ των οποίων και ο Όμηρος.
Αυτό που βλέπει ο επισκέπτης σήμερα στον αρχαιολογικό χώρο είναι μια μεταγενέστερη οικοδομική φάση του οικισμού, που χρονολογείται από την κλασσική έως και τη Ρωμαϊκή περίοδο, κατά την οποία η πόλη γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση. Η Λύττος πιθανότατα οικιστικό κέντρο μέχρι και τον 7ο μ.Χ. αιώνα. Η ομηρική Λύττος, που ταυτίζεται με τη ru-ki-to των πινακίδων Γραμμικής Β γραφής της Κνωσού, δεν έχει προς το παρόν εντοπιστεί.
Ο αρχαίος αυτός οικισμός, αν και δεν έχει ανασκαφεί πλήρως, υπολογίζεται ότι η έκτασή του ξεπερνάει τα 1000 στρέμματα, καλύπτοντας το διάσελο του λόφου και τις πλαγές του. Όπως προκύπτει από τις ανασκαφές και τις γραπτές μαρτυρίες περιηγητών των περασμένων αιώνων, η Λύττος ήταν οργανωμένη κατά ομάδες οικισμών, είχε νεκροπόλεις και ιερά από τα οποία δεν σώθηκε κανένα, καθώς και σημαντικά δημόσια κτίρια. Ακόμα, το θέατρο, που υποστήριζε ο αρχαιόφιλος Ενετός γιατρός O. Belli ότι υπήρχε στη Λύττο λαξευμένο σε βράχο το 1586, δεν έχει εντοπιστεί από κανέναν μεταγενέστερο ερευνητή.
Στο ανατολικό ύψωμα της Λύττου, κοντά στην εκκλησία του Τιμίου Σταυρού, ο επισκέπτης μπορεί να δει ερείπια από σημαντικά οικοδομήματα ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου, σε επάλληλα άνδηρα. Επίσης, στο απέναντι δυτικό ύψωμα έχει βρεθεί ένα σημαντικό δημόσιο κτίριο ρωμαϊκής περιόδου που χρονολογείται στις αρχές του 2ου μ.Χ. αιώνα. Πρόκειται για το βουλευτήριο της πόλης, το οποίο αποτελείται από μια αίθουσα μεγάλων διαστάσεων, με μαρμάρινο δάπεδο και τέσσερις σειρές λίθινων εδράνων κατά μήκος των μακρών της πλευρών.
Η σημαντικότερη κατασκευή που εντοπίζεται μέχρι σήμερα στο χώρο, είναι το ρωμαϊκό υπέργειο υδραγωγείο. Η κατασκευή του εξυπηρετούσε την υδροδότησης της αρχαίας πόλης, καθώς μετέφερε νερό από την πηγή Κουρνά, μέχρι την υδατοδεξαμενή της Λύττου. Το μεγάλο αυτό τεχνικό έργο, υπολογίζεται ότι είχε συνολικό μήκος 22χλμ., ίχνη του οποίου είναι σήμερα ορατά στο επαρχιακό δίκτυο που οδηγεί στην Κασταμονίτσα.
Τέλος αξίζει να σημειωθεί, ότι στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου εκτίθενται τα αγάλματα του Μάρκου Αυρηλίου και του Τραϊανού που ανακαλύφθηκαν στη Λύττο.
Κοίμηση της Θεοτόκου στην Κασταμονίτσα
Πρόκειται για καμαροσκέπαστη μονόχωρη εκκλησία, αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, που βρίσκεται στην είσοδο του οικισμού Κασταμονίτσας και παλαιότερα αποτελούσε τον ενοριακό ναό του χωριού, καθώς και του γειτονικού Αμαριανού. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση ήταν τμήμα μοναστηριού που καταστράφηκε την περίοδο της Τουρκοκρατίας, πράγμα που δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμα.
Στην δυτική όψη του ναού, ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα εντοιχισμένα εφυαλωμένα πινάκια, που έχουν τοποθετηθεί πάνω από τετράφυλλο φεγγίτη, σε σχήμα ισοσκελή σταυρού. Ακόμα, κατά μήκος του βόρειου τοίχου, παρατηρείται ένα χτιστό κανάλι, το οποίο παλαιότερα τροφοδοτούσε την εκκλησιά με νερό από παρακείμενη πηγή. Στο εσωτερικό του, ο τοιχογραφικός του διάκοσμος χρονολογείται το 14ο αιώνα, διακρίνεται όμως δύσκολα σήμερα, λόγω των επανειλημμένων επιχρίσεων.
With the traditional, century old plane tree in the middle of the village square, surrounded by kafeneions (traditional cafes, reserved almost exclusively to men even today) serving refreshments; raki ( traditional spirit) and mezedes (tit-bits), Amariano is a typical Cretan village, well worth a look.
Until recently, the leather tannery was a main activity among the villagers. The main produce today are olive oil, raisins and grapes, although there is also livestock.
Close by is the church of Agios Giorgos Kefaliotis with good quality wall paintings. The cultural centre of Amariano organises a great feast on August 15th, the Dormition of Theotokos and on September 20th, day of the patron saint, Aghios Eustathios. This can be a great occasion for any visitor to live an authentic cultural experience, to meet the people and taste the traditional Cretan cuisine.
