Νομός: Ρεθύμνου
Διεύθυνση: Αρκάδι
Τηλέφωνο:
Μέρη κοντινά με Αγία Παρασκευή
Η γέφυρα βρίσκεται στην περιοχή της Λαγκάς, η οποία συνορεύει προς τα ΒΔ με την κοινότητα της Αλφάς. Τη βρίσκουμε λίγο μετά τη συμβολή των 3 χειμάρρων (Φαραγγίτης, ρέμα της Χαλοπότας, Νησί), στο νοτιότερο τμήμα του μεγαλύτερου απ' αυτούς, που ρέει ανάμεσα στη Λαγκά και την Αλφά.
Εχει τμηματικά λαξευτεί στο φυσικό βράχο, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της είναι χτισμένο με εκφορικό τρόπο. Είναι εντυπωσιακά καλά διατηρημένη γέφυρα με οξυκόρυφη καμάρα.
Χρονολογείται στο 2ο αι. π.Χ.
Το φαράγγι Αρκαδίου ή Αρκαδιώτικο Φαράγγι ξεκινάει από τα βορειοδυτικά της μονής Αρκαδίου και συνεχίζει βόρεια για 4,5 περίπου χιλιόμετρα καταλήγοντας στο χωριό Πικρή.
Το φαράγγι παρουσιάζει πλούσιο φυτικό και ιστορικό ενδιαφέρον, καθώς εδώ φύονται αντιπροσωπευτικά είδη της κρητικής χλωρίδας και υπάρχουν κτίσματα και ερείπια από την Ενετική εποχή και την Τουρκοκρατία.
Η Μονή του Αρκαδίου, αφιερωμένη στη μνήμη της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα και των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, έχει ιδιαίτερη σημασία ως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα της Κρητικής Αναγέννησης, αλλά και λόγω της έντονης συμμετοχής της στους απελευθερωτικούς αγώνες των κρητικών, με αποκορύφωμα την πολιορκία και την αυτοθυσία των κλεισμένων σε αυτή υπερασπιστών το 1866. Τα πρώτα βεβαιωμένα στοιχεία για τη Μονή ανάγονται στις αρχές του 16ου αιώνα, εποχή κατά την οποία κτίστηκε και το αρχικό μονόχωρο καθολικό.
Το 1572 κάτω από την καθοδήγηση του ιδιοκτήτη της Μονής Ματθαίου Καλλέργη και του ηγουμένου Κλήμη Χορτάτζη, η Μονή μετατρέπεται σε κοινόβιο και αρχίζει η οικοδόμηση του νέου δίκλιτου καθολικού με την περίλαμπρη πρόσοψη από λαξευτό πωρόλιθο, στη σύνθεση της οποίας έχουν αναγνωριστεί άμεσες επιδράσεις από τα έργα των μεγάλων αρχιτεκτόνων Sebastiano Serlio και Andrea Palladio.
Η Μονή Αρκαδίου είναι ένα τετράπλευρο συγκρότημα μεγίστων διαστάσεων 73,80Χ78,80 μέτρων, που περικλείει μια μεγάλη αυλή στο μέσο και προς τα νότια της οποίας υπάρχει το νέο καθολικό. Στη δυτική πτέρυγα, όπου υπάρχει και η κεντρική πύλη με το τοξωτό διαβατικό υπάρχουν θολοσκέπαστοι, αποθηκευτικοί χώροι στο ισόγειο και κελιά μοναχών στον όροφο. Στη βόρεια πτέρυγα υπάρχει το σύγχρονο ηγουμενείο, που αντικατέστησε το κατεστραμμένο αρχικό και στη συνέχεια ένα μεγάλο θύρωμα οδηγεί στην κλειστή αυλή της κοινής τράπεζας.
Ανατολικά της τράπεζας και εκατέρωθεν ενός μεγάλου θολοσκέπαστου χώρου, του "σαρνιτσίου", που έχει κάτω από το δάπεδό του ισομεγέθη δεξαμενή, είναι διατεταγμένα τα μαγειρεία, ο φούρνος, το ζυμωτήριο, αποθήκες τροφίμων και διώροφα κελιά μοναχών. Στη συνέχεια η πτέρυγα κλείνει με την κρασαποθήκη, που είχε μετατραπεί σε πυριτιδαποθήκη το 1866 και ανατινάχθηκε, στέλνοντας στο θάνατο εχθρούς και φίλους από τον Κωνσταντίνο Γιαμπουδάκη. Ακολουθεί η ανατολική πύλη και στη συνέχεια τα, ως επί το πλείστον διώροφα κελιά της ανατολικής πτέρυγας. Το ανατολικό τμήμα της νότιας πτέρυγας στο ισόγειο με την κλειστή, θολωτή στοά, ονομάζεται "Μεσοκούμια και φιλοξενούσε τους γέροντες και ασθενείς μοναχούς, ενώ στον όροφο υπάρχουν κελιά με πλατύ διάδρομο μπροστά τους. Ακολουθούν προς τα δυτικά συνεχόμενοι, θολοσκέπαστοι χώροι, που χρησίμευαν ως αποθήκες για το λάδι και το κρασί, προϊόντα για τα οποία η Μονή φημιζόταν πάντα. Στους χώρους αυτούς πρόκειται να στεγαστεί το νέο Μουσείο, που σήμερα φιλοξενείται στα νεώτερα κτίσματα, πάνω από τις αποθήκες. Δυτικά της Μονής είναι κτισμένο το βαρύ συγκρότημα των στάβλων, αποτελούμενο από τρεις θολοσκέπαστους χώρους και κτίστηκε το 1714.
Εκτός από το καθολικό, που κτίστηκε μεταξύ του 1572 και 1587, το υπόλοιπο συγκρότημα της Μονής Αρκαδίου κτίστηκε μεταξύ του 1670 και 1714, όπως διαπιστώνουμε από τις σωζόμενες επιγραφές, αλλά και από τις πληροφορίες των ιστορικών πηγών. Πρόκειται για ένα τυπικό παράδειγμα μανιεριστικής αρχιτεκτονικής, που είχε επικρατήσει στη βενετοκρατούμενη Κρήτη από τα μέσα του 16ου αιώνα και απετέλεσε της τοπικής λαϊκής παράδοσης. Η Μονή έχει πολλές οικοδομικές φάσεις, που χρονολογούνται κυρίως μετά τη μεγάλη καταστροφή του 1866.
Η Μονή Αρκαδίου στα χρόνια της λειτουργίας της υπήρξε κέντρο Παιδείας, αντιγραφής χειρογράφων και άσκησης της χρυσοκεντητικής . Πολλά χειρόγραφα σώζονται σε βιβλιοθήκες του εξωτερικού, ενώ ένας σημαντικός αριθμός από χρυσοκέντητα άμφια, έργα των καλλιτεχνών-μοναχών, εκτίθενται στο Μουσείο, ή σώζονται στα διάφορα, μεγάλα κέντρα της Ορθοδοξίας.
Το σημερινό καθολικό της Mονής κτίστηκε το 1587, αλλά πιθανόν υπήρχε προγενέστερος ναός του 14ου αιώνα. Υπήρξε πλουσιότατο μοναστηριακό συγκρότημα, στο οποίο λειτουργούσε κέντρο αντιγραφής ελληνικών χειρογράφων και εργαστήριο κεντητικής αμφίων. Μεγάλης στρατηγικής σημασίας Μονή, η οποία υπέστη το ολοκαύτωμα του 1866 κατά την επανάσταση εναντίον των Τούρκων.
Στις συλλογές της Μονής Αρκαδίου περιλαμβάνονται: Συλλογή κρητικών εικόνων,εκκλησιαστικών βιβλίων και χειρογράφων, εκκλησιαστικών κειμηλίων και αμφίων.
Τα σημαντικότερα εκθέματα της Μονής είναι: Βημόθυρα με παράσταση Ευαγγελισμού και τους Αποστόλους Πέτρο και Παύλο (15ος αιώνας), Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος( τέλη 16ου αιώνα), Χριστός ένθρονος (1631), Άγιος Γεώργιος Κεφαλοφόρος(17ος αιώνας).
Driving from Arkadi monastery (Rethimnon prefecture) towards Amnatos and Pikris village: This fine country road runs between olive groves and traverses a small gorge, bringing us after a distance of 2.5 km to the exceptional village of Pikris - already called Picri in the 16th century - located in the Arkadi monastery and Arkadi gorge. Its natural beauty due to a riot of greenery is favoured by the course of the river Arios (or Arkadiotis) which gave life to the village by watering the fields and powering its many watermills. Pikris is a Venetian village with many magnificent mansions. Without doubt, a walk through the picturesque alleyways is worthwhile, passing beneath the vaulted passageways to visit the Villa Clodio with its impressive doorway and the inscribed pediment which bears the date 1610. The church of the village cemetery is also Venetian; remains of wall-paintings are preserved in it.