Νομός: Κυκλάδων
Αγία Μαρίνα
ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΜΑΡΙΝΑΣ
Βόρεια της Χώρας βρίσκεται η Ιερά Μονή της Αγίας Μαρίνας, που ανακαινίσθηκε πρόσφατα. Η Μονή χρονολογείται από το 1325, όταν στην περιοχή Λίτρες παρουσιάζεται με θαυματουργό τρόπο η Αγία Μαρίνα σε γέροντα ασκητή και του υποδεικνύει να βρει την εικόνα της σε μια σχισμή ενός βράχου, όπως και έγινε. Κατά τον 16ο αιώνα το μοναστήρι καίγεται τρεις φορές από επιδρομές πειρατών, αλλά ο Ιερομόναχος Σωφρόνιος καταφέρνει να το ανακαινίσει, πουλώντας την περιουσία του στην Πελοπόννησο. Το μετατρέπει σε γυναικείο μοναστήρι, που έφθασε να φιλοξενεί ακόμη και 100 καλόγριες. Το 1833, με διάταγμα, κλείνουν 417 μοναστήρια σε όλη την Ελλάδα -κι ανάμεσά τους και αυτό της Αγίας Μαρίνας. Η θαυματουργή εικόνα της αγοράζεται από την οικογένεια Εμπειρίκου και μεταφέρεται στον Ιερό Ναό της Παναγίας, στη Χώρα. Το 1975 ο τότε Μητροπολίτης Σύρου, Δωρόθεος, περνώντας από τα ερείπια της Μονής ζητά από τον διάκονό του, Κυπριανό Χειμώνα, να αναστηλώσει τη Μονή. Πράγμα που γίνεται στα χρόνια που ακολουθούν. Το μοναστήρι έγινε ευρύτατα γνωστό από το θαύμα της θεραπείας μικρού παιδιού από την Κύπρο.
Πού βρίσκεται: Βόρεια της Χώρας, σε απόσταση 4 χιλιομέτρων, στην περιοχή των Αποικίων.
Πώς θα πάτε: Ακολουθώντας τον δρόμο από Χώρα προς Αποίκια, στρίβετε αριστερά στη διασταύρωση που οδηγεί στα χωριά Υψηλού και Στραπουργιές. Στη συνέχεια θα πάρετε τον δρόμο δεξιά, προς το μοναστήρι. Υπάρχει επαρκής σήμανση.
Μέρη κοντινά με Αγία Μαρίνα
ΠΥΘΑΡΑ
Η ρεματιά της Πυθάρας βρίσκεται στο χωριό Αποίκια. Αποκαλείται, σύμφωνα με την παράδοση, και «Νεραϊδότοπος». Τα άφθονα και κρυστάλλινα νερά της δημιουργούν έναν εκπληκτικό βιότοπο, σχηματίζοντας μικρούς καταρράκτες και λιμνούλες όπου αφθονεί η υδρόβια ζωή. Το τοπίο είναι καταπράσινο κι εδώ μπορεί κανείς να βρει σπάνια είδη φυτών και αγριολούλουδων, πολλά και διαφορετικά είδη πουλιών, καθώς και αρκετά αμφίβια. Τα νερά πηγάζουν από την περιοχή Ευρουσιές, στο όρος Πέταλο. Από την Πυθάρα αρδεύονται καλλιέργειες, ενώ από το 1863 μέχρι και το 1936 τα νερά της κινούσαν τη «Φάμπρικα», τον μεγαλύτερο νερόμυλο των Βαλκανίων, λίγο πιο κάτω, στο χωριό Στενιές.
Πού βρίσκεται: Στο χωριό Αποίκια, λίγα χιλιόμετρα μετά τη Χώρα, στα δυτικά.
Πώς θα πάτε: Αφήνετε το αυτοκίνητο στον κεντρικό δρόμο και ακολουθείτε το μονοπάτι προς την Πυθάρα. Μετά από πεζοπορία 10 λεπτών, φθάνετε στον προορισμό σας.
Στο χωριό Αποίκια βρίσκεται η πηγή του μεταλλικού νερού «Σάριζα», που φημίζεται για τις ιαματικές του ιδιότητες (βοηθά όσους πάσχουν από πέτρες στα νεφρά). Για τον λόγο αυτό προσελκύει πολλούς επισκέπτες, που έρχονται να πιουν νερό. Λίγα μέτρα δυτικότερα από την πηγή βρίσκεται το εργοστάσιο όπου εμφιαλώνεται το ομώνυμο νερό και η ομώνυμη σόδα.
Πού βρίσκεται: Στο χωριό Αποίκια, λίγα χιλιόμετρα μετά τη Χώρα, στα δυτικά.
Πώς θα πάτε: Στο τέλος της συνοικίας Νειμποριό, στη Χώρα, ακολουθείτε τον δρόμο αριστερά προς Στενιές και Αποίκια. Όσοι επιθυμούν να παρακάμψουν τη Χώρα, μπορούν να ακολουθήσουν τον δρόμο προς Στραπουργιές – Υψηλού, από τη διασταύρωση του χωριού Μένητες.
Ένα από τα χαρακτηριστικά αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ένδοξου παρελθόντος του νησιού είναι οι ψηλοί τετράγωνοι πύργοι των αρχόντων του 17ου-19ου αιώνα, οι οποίοι βρίσκονταν στην ενδοχώρα. Διέθεταν υπόγειες αποθήκες και πολλά δωμάτια, ενώ η πρόσβαση γινόταν μέσω κινητής σκάλας και υπερυψωμένης θυρίδας. Η παλιότερη τέτοια κατασκευή είναι ο τριώροφος Πύργος του Μπίστη-Μουβελά στις Στενιές, με την επιγραφή «Σταματέλος Μπίστης» στην πρόσοψη (1734). Τόσο ο Πύργος του Μπίστη, όσο και οι υπόλοιποι πύργοι εξελίχθηκαν μετά το 19ο αιώνα και την ανάπτυξη της ναυτιλίας στα σημερινά αρχοντικά, τα οποία θεωρούνται μία πιο επιμελημένη και φροντισμένη παραλλαγή τους.
Το κτίσμα πέρασε από τρεις φάσεις ανοικοδόμησης. Η πρώτη μπορεί να ξεκινά από τον 13ο αιώνα. Κτίστηκε στα ερείπια τετραγωνικού πύργου, που πιθανόν να ήταν μεσαιωνικός και μάλιστα βυζαντινός. Η είσοδός του ήταν από την θύρα του κατωγιού. Το παράθυρα ήταν μικρά και το καθένα για προστασία είχε την «θερμίστρα» του (κατασκευή που έριχναν καυτό λάδι ή νερό στους επιτιθέμενους). Στο υπάρχον κτίσμα πλευρικά έκτισε δυο τοίχους για αντιστήριξη που παράλληλα επέκτειναν και το εμβαδόν του πύργου. Στο δώμα κτίστηκε βοηθητικό κτίσμα που στην συνέχεια μετατράπηκε σε περιστερώνα κλείνοντας και τα δύο παράθυρα που διέθετε.
