Your Position:
Unknown
Αγία Παρασκευή
Νομός: Λασιθίου
Διεύθυνση:
Προτείνετε
Τηλέφωνο:
Προτείνετε
Η γνώμη σας
Αν θέλετε να μας πείτε την άποψη σας γι αυτήν την τοποθεσία, θα σας παρακαλούσαμε να γράψετε ένα σχόλιο.
Σχολιάστε:
Μέρη κοντινά με Αγία Παρασκευή
ΜΥΡΣΙΝΗ
Γεωγραφία - Ιστορία - Ονομασία - Πληθυσμός
Η Μυρσίνη είναι χωριό της επαρχίας Σητείας, της ανατολικότερης επαρχίας στην Κρήτη. Βρίσκεται στο βόρειο οδικό άξονα Κρήτης, στο δρόμο Αγίου Νικολάου – Σητείας, 45 χιλιόμετρα από τον Άγιο Νικόλαο και 23 χιλιόμετρα από τη Σητεία. Σε υψόμετρο 330μ και με δυτικό προσανατολισμό έχει θέα στον κόλπο του Μεραμπέλλου και σε υπέροχα ηλιοβασιλέματα.
Η περιφέρεια της Μυρσίνης στα βόρεια φτάνει μέχρι τη θάλασσα και στα δυτικά μέχρι το περιοδικό ρέμα Κυνοπόταμος που αποτελεί το σύνορο με την περιφέρεια του χωριού Τουρλωτή. Στα νότια και ανατολικά συνορεύει με την περιφέρεια του χωριού Μέσα Μουλιανά στις κορυφογραμμές των βουνών που χωρίζουν τα δυο χωριά, στα νότια – νοτιοανατολικά του Αγριλού (κορυφή 657μ.) και στα ανατολικά του Κάστελλου (κορυφή 498μ.).
Στην περιφέρεια της Μυρσίνης, σε διάφορες θέσεις, υπάρχουν κατάλοιπα της ανθρώπινης παρουσίας που χρονολογούνται από τη Μινωική εποχή (3000-1100π.Χ.) μέχρι και την Πρώιμη Γεωμετρική περίοδο (1100-900π.Χ.), ενώ ενδείξεις υπάρχουν για χρήση του χώρου κατά τους Ρωμαϊκούς χρόνους (67π.Χ-330μ.Χ.).
Στην τοποθεσία Άγιος Αντώνιος σώζεται ναός της Μεσοβυζαντινής εποχής (961-1204μ.Χ.) ή της πρώιμης Βενετοκρατίας (1204-1453μ.Χ.) δίπλα σε μεσαιωνικό πύργο. Μνεία της ύστερης Βενετοκρατίας (1453-1669μ.Χ.) διατηρείται στο ναό του Αγίου Γεωργίου, μέσα στον οικισμό της Μυρσίνης.
Μπορεί να υποτεθεί η συνέχεια της κατοίκησης στον Άγιο Αντώνιο, στον Άγιο Γεώργιο και άλλου και για τα χρόνια της Οθωμανικής κυριαρχίας, αφού τουλάχιστον από το πρώτο μισό του 19ου αιώνα, στην περιφέρεια της Μυρσίνης υπήρχαν επτά συνοικισμοί – μετόχια. Το χωριό με την ονομασία Μετόχια (Metochia) αναφέρεται σε γραπτές πηγές για πρώτη φορά στην απογραφή που έγινε κατά τη διάρκεια της αιγυπτιακής κατοχής το 1834 με 22 χριστιανικές και 2 μουσουλμανικές οικογένειες. Τα μετόχια - συνοικισμοί ήταν: ο Άγιος Γεώργιος ή Μαντράκι ή Ζερβουδιανά, η Αγία Μαρίνα, το Πέρα Μετόχι ή Τσαγκαριανό, ο Άγιος Αντώνιος, ο Κάστελλος, το Μανιαδιανό και ο Άη Γιάννης.
Μεμονωμένες κατοικίες υπήρχαν και σε άλλα σημεία, όπως στη θέση Πρίνος όπου κατοικούσε η οικογένεια Περβολακιανού ως το 1945, στη θέση Χαλινομούρι όπου κατοικούσε μέχρι το 1922 η οικογένεια Γ. Τσικαλάκη (Τσικαλογιώργη) και στη θέση Λαψανάρης όπου κατοικούσε η οικογένεια Δανδουλάκη (Νταντουλόπαπα).
Με το πέρασμα των χρόνων οι κάτοικοι των συνοικισμών συγκεντρώθηκαν στον Άγιο Γεώργιο και κάποια από τα μετόχια εγκαταλείφθηκαν εξ’ ολοκλήρου, όπως το Τσαγκαριανό, ενώ σε άλλα, ορισμένες οικογένειες διατήρησαν κάποια εγκατάσταση με περιστασιακή χρήση.
Οι επτά συνοικισμοί ήταν γνωστοί με το κοινό όνομα «Μετόχια» και αργότερα «Μετόχια Τουρλωτής». Το πιθανότερο είναι ότι δεν υπήρχε άμεση σχέση με την Τουρλωτή, αλλά επρόκειτο μόνο για γεωγραφικό προσδιορισμό.
Ακόμα, είναι πιθανό το όνομα «Μετόχια» να απηχεί τη σύνδεση κάποιων συνοικισμών, ιδίως αυτών που έχουν εκκλησία στον πυρήνα τους, με μεγάλα μοναστήρια που είχαν ιδιόκτητες εκτάσεις στην περιοχή. Για τον Άγιο Γεώργιο, σημερινό ενοριακό ναό της Μυρσίνης, είναι γνωστό από τις εντοιχισμένες στο κτίσμα επιγραφές του 1635 και του 1831, ότι εκεί κατοικούσαν μοναχοί ή/ και υπήρχε κάποιο μοναστήρι τουλάχιστον από το 17ο αιώνα.
Μετά το 1916 και όταν πια οι κάτοικοι είχαν ως επί το πλείστον συγκεντρωθεί στον Άγιο Γεώργιο, αποφασίστηκε από την κοινότητα, ύστερα από πρόταση του Χατζή Μανόλη Ζερβάκη, να δώσουν στο σχεδόν ενοποιημένο χωριό το όνομα «Μυρσίνη». Αφορμή για την ονομασία έδωσε μια τεράστια μυρτιά που υπήρχε στο δυτικό άκρο του χωριού, αλλά και το ότι ο θάμνος αυτός υπάρχει σε αφθονία σε διάφορα μέρη της περιφέρειας του χωριού όπως στον Άγιο Αντώνιο και τους Κοντομέρτους. Επίσημα δόθηκε το όνομα «Μυρσίνη» στο χωριό το 1928, οπότε αναγνωρίστηκε Κοινότητα. Αμέσως έγιναν εκλογές και πρώτος πρόεδρος του χωριού εκλέχτηκε ο Ιωάννης Μιχ. Τσιρακάκης.
ΑΠΟΓΡΑΦΕΣ – ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
1834: Στην αιγυπτιακή απογραφή του 1834 το χωριό απογράφεται με την ονομασία Μετόχια (Metochia) με 22 χριστιανικές και 2 μουσουλμανικές οικογένειες.
1881: Στην οθωμανική απογραφή του 1881 το χωριό απογράφεται με την ονομασία Μετόχια Τουρλωτής με 440 χριστιανούς κατοίκους και 7 μουσουλμάνους.
1900: Στην απογραφή του 1900 το χωριό απογράφεται με την ονομασία Μετόχια Τουρλωτής με 358 χριστιανούς κατοίκους.
1920: Στην απογραφή του 1920 το χωριό απογράφεται με την ονομασία Μυρσίνη με 366 χριστιανούς κατοίκους.
1928: 339 κάτοικοι
1940: 402 κάτοικοι
1951: 343 κάτοικοι
1961: 317 κάτοικοι
1971: 277 κάτοικοι
1981: 261 κάτοικοι
1991: 196 κάτοικοι
2001: 193 κάτοικοι
Κάστελλος (συνοικισμός/μετόχια)
Ο συνοικισμός του Κάστελλου, που αποτελούσε ένα από τα «Μετόχια» της Μυρσίνης, βρίσκεται, σε απόσταση περίπου δυόμιση χιλιομέτρων βορειοανατολικά του σημερινού χωριού. Είναι σκαρφαλωμένος σε ύψωμα με υπέροχη θέα. Ορισμένα από τα καταλύματα του συνοικισμού διατηρούνται λόγω της περιστασιακής τους χρήσης. Οι κάτοικοι του συνοικισμού έπαιρναν νερό από μια φλέγα νερού που βρίσκεται διακόσια μέτρα ψηλότερα από το συνοικισμό.
Σύμφωνα με το Ν. Γαρεφαλάκη στον Κάστελλο κατοίκησαν στις πρώτες δεκαετίες του 1800 οι τρεις κόρες του κρυφοχριστιανού Μπραΐμη, αφού κληρονόμησαν μέρος της περιουσίας του πατέρα τους. Από αυτές η Καλή παντρεύτηκε κάποιον Σκαρβελάκη από τα Έξω Μουλιανά και έμεινε μόνιμα εκεί. Μόνιμα κατοίκησε στον Κάστελλο και η αδερφή της η Ανεζίνα, που δεν παντεύτηκε. Η τρίτη αδερφή τους Μαρία παντρεύτηκε στον Άγιο Στέφανο. Από τους κατοίκους του Κάστελλου ήταν και οι Περβολακιανοί, οι Λιγοψυχάκηδες και κάποιοι Μανιαδάκηδες.
Μανιαδιανό (συνοικισμός/μετόχια)
Ο μικρός συνοικισμός Μανιαδιανό βρίσκεται σε απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου ανατολικά του σημερινού χωριού, δίπλα στο βόρειο οδικό άξονα. Οι κάτοικοι του μετοχιού έπαιρναν νερό από την τοποθεσία "Καλάμι", 500μ. περόπου νότια του συνοικισμού, όπου υπάρχει ακόμα μια μικρή φλέγα.
Κατά την παράδοση ο συνοικισμός δημιουργήθηκε από κάποιο δούλο του κρυπτοχριστιανού Μπραΐμη, του οποίου αν και δεν είναι γνωστό το όνομά του καταγόταν μάλλον από τη Μάνη. Αυτός έκτισε το σπιτάκι του στην τοποθεσία που πήρε ύστερα και το όνομα καταγωγής του Μανιαδιανό. Από αυτόν λέγεται πως κατάγονται οι Μανιαδιάκηδες της Μυρσίνης, ενώ στο Μανιαδιανό κάθονταν και μερικοί από τους Σκαρβελάκηδες. Σήμερα μένει σχεδόν μόνιμα εκεί η Κουμούνα (Σκαρβελάκης).
ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ
Η περιφέρεια της Μυρσίνης βρισκόταν κατά τη μινωική εποχή (3000-1100π.Χ) στην επικράτεια της σπουδαίας μινωικής πόλης του Μόχλου. Οι άνθρωποι την εποχή εκείνη καλλιεργούσαν την περιοχή αυτή, και είχαν ποικίλες εγκαταστάσεις σε διάφορα σημεία (αγροκτήματα, νεκροταφεία κλπ).
ΟΙΚΙΣΜΟΣ και ΤΑΦΟΙ στα ΛΕΝΙΚΑ – ΚΑΣΤΕΛΛΟΣ
Στη θέση Λενικά έχουν εντοπιστεί οικοδομικά λείψανα σπιτιών και τάφοι που χρονολογούνται στην Υστερομινωική ΙΙΙ και Πρωτογεωμετρική περίοδο (1400-900π.Χ.). Πρόκειται για κυρηγμένο αρχαιολογικό χώρο (ΦΕΚ 699/Β/26.5.1976 (4) - ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α/Φ31/24456/1834 π.έ.).
ΜΙΝΩΙΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ στην ΑΣΠΡΟΠΗΛΙΑ
Στη θέση Ασπροπηλιά, δίπλα και κάτω ακριβώς από το ναό της Ανάληψης, ο αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων τη δεκαετία του 1960 ανέσκαψε ένα προϊστορικό νεκροταφείο αποτελούμενο από δώδεκα θαλαμοειδείς τάφους, σκαμμένους στο βράχο. Οι δύο από αυτούς ήταν εντελώς κατεστραμμένοι, ενώ κάποιοι βρέθηκαν άθικτοι. Οι τάφοι περιείχαν πήλινες σαρκοφάγους, σιδερένια όπλα, εργαλεία καθώς και πολλών ειδών και σχημάτων χρηστικά και τελετουργικά σκεύη. Το σύνολο των ευρημάτων χρονολογούνται από την Υστερομινωική ΙΙΙ έως και την Πρωτογεωμετρική περίοδο (1400-900π.Χ.).
Η αρχαιολόγος Αθανασία Κάντα το 1980 μελέτησε τα ευρήματα της ανασκαφής και ανέλυσε την κεραμική που συνίσταται σε κανάτες, κύπελα, ρυτά, αμφορείς, κρατήρες, καλάθους κ.α., ενώ αναφέρει σαν αξιόλογο μεμονωμένο εύρημα ένα γυναικείο ειδώλιο με κωδωνόσχημη φούστα και υψωμένα χέρια που εκτίθεται με πλήθος άλλων ευρημάτων της Ασπροπηλιάς στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Αγίου Νικολάου.
ΜΙΝΩΙΚΟΣ ΘΟΛΩΤΟΣ ΤΑΦΟΣ στα ΓΑΛΑΝΑ ΧΑΡΑΚΙΑ
Στη θέση Γαλανά Χαράκια, ακριβώς δίπλα στο δρόμο Μυρσίνη-Λιναρές, γύρω στο 1960, ο αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων, με τη βοήθεια των τελειόφοιτων τότε φοιτητών Γιάννη Σακελλαράκη και Έφη Σαπουνά, ανέσκαψε ένα κυκλικό θολωτό τάφο της τελευταίας προανακτορικής φάσης του μινωικού πολιτισμού (2300-1900π.Χ.).
Ο θολωτός τάφος είχε εσωτερική διάμετρο 4.70 μέτρα και τα τοιχώματά του πάχος 1.20 μέτρα. Αν και τμήμα της βόρειας πλευράς του είχε καταστραφεί, η υπόλοιπη κατασκευή σωζοταν τότε σε ικανό ύψος ώστε να διακρίνεται η εκφορά των λίθων που σχημάτιζε το θόλο. Το κυκλικό κτίσμα είχε είσοδο στα βορειοανατολικά, της οποίας σωζόνταν μία παραστάδα.
Ο τάφος περιείχε περισσότερες από εξήντα ταφές. Οι νεκροί ήταν τοποθετημένοι σε ταφικά πιθάρια, σαρκοφάγους, σε αβαθείς λάκκους ή και απλώς στα δάπεδο του τύμβου. Οι περισσότεροι συνοδεύονταν από κάποια πήλινα ή λίθινα αντικείμενα. Κατά την ανασκαφή συλλέχθηκαν συνολικά εικοσιπέντε λάρνακες και πίθοι, καθώς και αγγεία της Πρωτομινωικής ΙΙΙ και Μεσομινωική Ι περιόδου (2300-1900π.Χ.) όπως πρόχοι (κανάτες), λεκάνες, κύπελα κ.α.
Ήταν ο πρώτος τάφος αυτού του τύπου στην Ανατολική Κρήτη, ο οποίος απαντά κυρίως στη Μεσσαρά, στη νότια κεντρική Κρήτη. Σήμερα στο χώρο διακρίνεται τμήμα της κυκλικής κατασκευής με χαμηλό σχετικά σωζόμενο ύψος.
ΜΙΝΩΙΚΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ και ΤΑΦΟΙ στο ΧΑΛΙΝΟΜΟΥΡΙ
Στη θέση Χαλινομούρι, που πρόκειται για φυσικά οχυρωμένη τοποθεσία δίπλα στη θάλασσα, έχουν εντοπιστεί ένα αγροτόσπιτο και συστάδα τάφων της Υστερομινωικής εποχής (1600-1100π.Χ.). Οι τάφοι αποκαλύφθηκαν σε σύντομη ανασκαφή τη δεκαετία του 1940 και από το εσωτερικό τους συλλέχθηκαν αγγεία και όπλα. Η αγροτική εγκατάσταση ανασκάφτηκε συστηματικά τη δεκαετία του 1990. Πρόκειται για μια οικία έξι δωματίων όπου εκτός των άλλων γινόταν αποθήκευση αγροτικών προϊόντων σε μεγάλα πιθάρια.
ΜΙΝΩΙΚΟ ΚΤΙΣΜΑ στην ΠΑΛΙΑ ΒΑΡΔΙΑ
Στη θέση Παλιά Βάρδια, κοντά στον πύργο και το ναό του Αγίου Αντωνίου, ο αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων τη δεκαετία του 1950 εντόπισε οικοδόμημα της μινωικής εποχής διαστάσεων 9 x 14μ. το οποίο μέχρι σήμερα παραμένει αδιερεύνητο.
ΡΩΜΑΪΚΟ ΚΤΙΣΜΑ στα ΑΝΤΡΑ
Στη θέση Αντράς ο αρχαιολόγος Νικόλαος Πλάτων τη δεκαετία του 1950 εντόπισε οικοδόμημα της ρωμαϊκής εποχής.
http://prosym.gr/
Ο ναός της Αγίας Παρασκευής αποτελεί τον κοιμητηριακό ναό της Μυρσίνης, εορτάζει στις 26 Ιουλίου και βρίσκεται ανατολικά του σημερινού χωριού, δίπλα στο βόρειο οδικό άξονα. Πρόκειται για ένα μονόχωρο καμαροσκέπαστο ναό με δυτική είσοδο που δεσπόζει στο υψηλότερο των τριών επιπέδων του νεκροταφείου. Αν και δεν είναι γνωστή η χρονολογία ανέγερσης του ναού, ο χώρος γύρω από το ναό άρχισε να χρησιμοποιείται ως νεκροταφείο της Μυρσίνης το 1910. Μέχρι τότε η ταφή των νεκρών γινόταν μέσα και γύρω από τους ναούς του εκάστοτε συνοικισμού.
Βόρεια της Βρύσης, στη Μεσοχωριά βρίσκεται μια παλιά Φάμπρικα που από το 2007 στεγάζει τις δραστηριότητες του Προοδευτικού Συλλόγου Μυρσίνης. Πρόκειται για ένα πολυχώρο, που είναι ανοιχτός για τον καθένα και λειτουργεί ως καφενείο, χώρος αναψυχής, παιχνιδιού και συντροφιάς. Ο σύλλογος στη Φάμπρικα έχει φιλοξενήσει έως σήμερα αθλοπαιδιές, προβολές, συναυλίες, μουσικές και θεατρικές παραστάσεις, πάρτυ, κ.α.
Ο ενοριακός ναός της Μυρσίνης, γνωστός ως Άγιος Γεώργιος, βρίσκεται στα δυτικά του σημερινού χωριού, δίπλα στο βόρειο οδικό άξονα. Πρόκειται για σχετικά μεγάλο, δίκλιτο και διμάρτυρο ναό. Το βόρειο κλίτος είναι αφιερωμένο στον Άγιο Γεώργιο που η μνήμη του τιμάται στις 23 Απριλίου, ενώ το νότιο κλίτος είναι αφιερωμένο στα Εισόδια της Θεοτόκου και εορτάζει στις 21 Νοεμβρίου.
Ο ναός οικοδομήθηκε το 1895 με νεοβενετική μορφολογία και αρχιτεκτονική. Αποτελείται από δύο ισομεγέθη καμαροσκέπαστα κλίτη με αετωματική απόληξη του ανατολικού και δυτικού τοίχου κάθε κλίτους. Στον ανατολικό τοίχο εξέχουν ημικυκλικά οι μεγάλες αψίδες των ιερών που φέρουν από ένα λιθόγλυπτο φωτιστικό αγιοθύριδο, ενώ πάνω από τις αψίδες ανοίγεται ένας κυκλικός φεγγίτης. Στην ένωση των δύο κλιτών στο δυτικό τοίχο υψώνεται το μεταγενέστερο κωδωνοστάσιο με τις τρεις καμπάνες (1935). Ακόμα, στο δυτικό τοίχο ανοίγονται δύο μνημειακές θύρες, μία στον άξονα κάθε κλίτους, και πάνω από την κάθε μια ένας κυκλικός φεγγίτης. Πρόσβαση στο ιερό δίνει μια μικρή πόρτα στο νότιο τοίχο. Στο βόρειο και νότιο τοίχο ανοίγονται συμμετρικά από τρία παράθυρα. Στο εσωτερικό τα δύο κλίτη φέρουν σφενδόνια στήριξης και ενώνονται με ψηλή τοξοστοιχία που στηρίζεται σε ελεύθερους κίονες. Εξαιρετικής τέχνης είναι το ξυλόγλυπτο τέμπλο, ενιαίο μπροστά από τα δύο ιερά του ναού.
Η αισθητική αξία του μνημείου έγκειται κυρίως στο λιθόγλυπτο διάκοσμο των εξωτερικών όψεων: οι έλικες στις γωνίες των αετωμάτων, οι σκαλιστοί φεγγίτες, οι ισόδομες λαξευτές γωνίες του κτίσματος, τα περίτεχνα αγιοθύριδα, το κυρτό κορδόνι που τρέχει περιμετρικά το ναό στο ύψος της γένεσης των παραθύρων και περισσότερο από όλα τα μνημειώδη περίθυρα με τις ισόδομες παραστάδες και τους ενσωματωμένους κιονίσκους, τα ολοσκάλιστα υπέρθυρα και την αετωματική επίστεψη τους.
Με βάση τα όσα είναι γνωστά μέχρι σήμερα, το παρόν οικοδόμημα είναι τουλάχιστον ο τρίτος ναός που έχει κτιστεί στον ίδιο χώρο, γεγονός που μαρτυρεί η παράδοση αλλά και σχετικές επιγραφές που είναι σήμερα εντοιχισμένες στο δυτικό τοίχο του ναού. Η παλαιότερη επιγραφή αναφέρει:
ΑΧΛΕ' ΜΗΝΗ ω
Κτωβρήου
Στας 7 ΜΟΝΧΟ
ΠΑΧΟΥΜΗΟΣ
Από την επιγραφή αυτή φαίνεται πως ο πρώτος ναός στο χώρο αυτό οικοδομήθηκε από το μοναχό Παχούμιο το 1635, δηλαδή προς το τέλος της Βενετοκρατίας. Η παράδοση συμπληρώνει την αναφορά με την πληροφορία πως ο μοναχός αυτός προερχόταν από το κοντινό μοναστηριακό κοινόβιο της Αγίας Μαρίνας. Αυτός ο ναός φαίνεται πως εγκαταλήφθηκε ή καταστράφηκε τους πρώτους χρόνους της Οθωμανικής Κυριαρχίας.
Αρκετά αργότερα, σύμφωνα με την παράδοση, οι κάτοικοι του συνοικισμού που στο μεταξύ είχε αναπτυχτεί στην περιοχή, έβλεπαν κάθε τόσο στην τοποθεσία «Πρίνος» μια λάμψη, σαν φως καντηλιού και σκάβοντας στο σημείο βρήκαν ένα μικρό εικόνισμα του Αγίου Γεωργίου. Το εικόνισμα το μετέφεραν στην χαλασμένη εκκλησία και αυτό το περιστατικό, λένε πως, έγινε αφορμή να αρχίσει η συζήτηση για την ανοικοδόμηση ενός νέου ναού στο χώρο του παλιού Αη-Γιώργη.
Στις αρχές του 19ου αιώνα έγινε παπάς στα Ζερβουδιανά ο Κωσταντής Ζερβάκης, ο οποίος λειτουργούσε τακτικά στην Αγία Μαρίνα και στον Άγιο Αντώνιο, και έβαλε σκοπό της ζωής του την ανοικοδόμηση του ναού του Αγίου Γεωργίου. Κάτι τέτοιο έμοιαζε αδύνατο αφού ο Οθωμανικός νόμος απαγόρευε επισκευές και ανεγέρσεις χριστιανικών ναών. Η κατάλληλη στιγμή όμως ήρθε τα χρόνια της Αιγυπτιακής Διοίκησης (1830-1840) που ήταν ελαστικότερη της Οθωμανικής. Έτσι με γοργούς ρυθμούς και τη βοήθεια όλων των κατοίκων, το 1831, είχε πλέον κτιστεί ο δεύτερος ναός του Αγίου Γεωργίου. Ανάμεσα στους πρωτεργάτες της αποπεράτωσης του έργου ήταν και ο αγωνιστής του 1821, περίφημος καπετάνιος Μιχαήλ Μπογιατζής. Πολλά από αυτά τα στοιχεία βεβαιώνει και η επιγραφή:
+1831 +ΟΚΤΟΒΡΙΟΥ
ΜΝΗΣΤΥΤΗ ΚΥΡΙ ΤΩΝ ΚΤΗΤΟΡΩΝ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
ΜΟΝΗΣ ΤΑΥΤΗΣ ΚΟΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΗΕΡΕΟΣ ΚΑΙ Ο
ΝΟΡΙΤΟΝ ΤΟΝ ΒΟΙΘΥΣΑΝΤΟΝ ΚΑΙ ……..ΧΙ
ΣΤΙΝΟΝ ΚΑΙ ΚΟΣΤΑΝΤΗΝΟΥ
ΚΑΙ ΜΙΧΑΗΛ ΠΟΓΤΣΙ
Μετά από λίγα χρόνια ο παπά Κωνσταντής πέθανε και τάφηκε στο νότιο μέρος της αυλής της εκκλησίας. Τη θέση του πήρε ο γιος του παπά Γιωργάκης που είχε επιθυμία να κτιστεί ένας μεγαλύτερος ναός για τον αυξανόμενο με τα χρόνια πληθυσμό του οικισμού. Μετά την έκδοση του Χάτι Χουμαγιούν το 1856 ήταν πλέον επιτρεπτό κάτι τέτοιο και έτσι, μετά την επανάσταση του 1878, ο παπά Γιωργάκης με τους ενορίτες ξεκίνησαν την ανοικοδόμηση του νεώτερου ναού του Αγίου Γεωργίου. Ο παπά Γιωργάκης στο μεταξύ πέθανε, τάφηκε και αυτός στον οικογενειακό τους τάφο στο προαύλιο της εκκλησίας και τη θέση του πήρε ένα από τα δεκατέσσερα παιδιά του, ο παπα Γιάννης.
Το νέο οικοδόμημα άρχισε να κτίζεται περιμετρικά και εξωτερικά του λειτουργούμενου παλαιού ναού και όσο κρατούσαν οι εργασίες η μικρή εκκλησία έμεινε άθικτη. Οι πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν προέρχονται από τον Πλάτανο Καβουσίου και τις φέρανε οι κάτοικοι με πολύ κόπο, με βάρκες ως το Χαλινομούρι και ύστερα με τα μουλάρια ως το χωριό. Για τον ασβέστη που χρειαζόταν η ανοικοδόμηση φτιάχτηκε τότε και ένα καμίνι. Τελικά ο ναός εγκαινιάστηκε το 1895. Στου νότιου κλίτους το υπέρθυρο υπάρχει η σχετική επιγραφή:
ΑΝΕΚΑΙΝΙΣΘΗ Ο ΝΑΟΣ ΟΥΤΟΣ ΔΑ
ΠΑΝΑΙΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΟΣ ΜΕΤΟΧΙΩΝ
ΕΝ ΣΩΤΗΡΙΩ, αωπζ΄ ΜΗΝΙ ΑΥΓΟΥΣΤΩ
Στο προαύλιο του ναού του Αγίου Γεωργίου και μπροστά από το Σχολείο, με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυναικών Μυρσίνης, έχει υψωθεί σεμνό ηρώο στη μνήμη των πεσόντων στους πολέμους του πρώτου μισού του 20ου αιώνα.
Το Κεφαλοβρύσι είναι μια θαυμάσια και αστείρευτη, όσο θυμούνται οι Μυρσινιώτες, πηγή που βρίσκεται πεντακόσια περίπου μέτρα νότια από το σημερινό χωριό. Το άφθονο νερό της πηγής χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι των συνοικισμών Αγία Μαρίνα και Πέρα Μετόχι για να πίνουν, να πλένουν, να ποτίζουν τα ζώα τους, τους κήπους τους και τα λουλούδια στις αυλές τους. Το πλύσιμο των ρούχων γινόταν επιτόπου και ύστερα απλώνονταν τα ρούχα στους γύρω βάτους και πλατάνους.
Ο ναός της Αγίας Μαρίνας βρίσκεται πεντακόσια περίπου μέτρα νότια - νοτιοδυτικά από το σημερινό χωριό. Πρόκειται για δίκλιτο, διμάρτυρο ναό του οποίου το νότιο κλίτος είναι αφιερωμένο στην Αγία Μαρίνα και εορτάζει στις 17 Ιουλίου, ενώ το βόρειο κλίτος είναι αφιερωμένο στους νεοφανείς Αγίους Ραφαήλ, Νικόλαο και Ειρήνη και εορτάζει δύο μέρες μετά το Πάσχα (κινητή εορτή).
Τα δύο κλίτη είναι καμαροσκέπαστα και συνδέονται εσωτερικά με ένα χαμηλό τοξωτό άνοιγμα. Άνοιγμα επικοινωνίας υπάρχει και μεταξύ των δύο ιερών, το οποίο όμως φαίνεται να είναι μεταγενέστερο του αρχικού οικοδομήματος. Στο μνημείο ανοίγονται δύο είσοδοι, μια στο βορινό τοίχο και μία στο δυτικό τοίχο του βόρειου κλίτους. Η βορινή είσοδος διατηρεί επιχρισμένο λίθινο περίθυρο με λιτή γλυπτή διακόσμηση και κιλλίβαντες στήριξης του υπέρθυρου. Το περίθυρο αυτό είναι ένα στοιχείο χρονολόγησης του μνημείου στους πρώτους αιώνες της Βενετοκρατίας.
Ενδιαφέρον στοιχείο της ιστορίας του ναού είναι το γεγονός ότι το βόρειο κλίτος, παρά την παλαιότητά του, θεωρείτο κατά το 19ο και 20ο αιώνα ότι δεν είχε εγκαινιαστεί και δεν είχε αφιερωθεί. Η εγκαινίασή του έγινε το 1994, οπότε το κλίτος ανακαινίστηκε με δαπάνη των Μανόλη και Μαριάνθη Ζερβονικολάκη. Αυτό πιθανότατα σημαίνει πως ο ναός ή το κλίτος αυτό του ναού κάποτε εγκαταλείφθηκε και ξεχάστηκε η αρχική αφιέρωσή του (…).
Η παράδοση θέλει το ναό να έχει οικοδομηθεί από μοναχούς και να αποτελεί το καθολικό ενός μικρού μοναστηριού, μαρτυρία που συνάδει με την παλαιότητα του ναού και του μετοχιού γενικότερα. Ακόμα λέγεται πως ο ναός ήταν ολοστόλιστος με καντήλια, ιερά σκεύη και πολλά αφιερώματα. Πάντως η Χατζαντώναινα, γεννημένη το 1869, που ζούσε στην περιοχή, δε θυμόταν να έχει δει ποτέ την εκκλησιά στα καλά της.
Στην Αγία Μαρίνα υπήρχε ένας συνοικισμός, που αποτελούσε ένα από τα «Μετόχια» της Μυρσίνης. Φαίνεται πως ο οικισμός αυτός αναπτύχτηκε γύρω από το ναό σε άγνωστη εποχή και μάλιστα η παράδοση λέει πως αυτό έγινε αμέσως μετά την ανοικοδόμηση του ναού. Μαρτυρίες που καταγράφει ο Ν. Γαρεφαλάκης μιλούν για το πόσο θαυμάσια ήταν περιοχή και πόσο όμορφος και περιποιημένος ήταν ο μικρός οικισμός. Οι κάτοικοι της Αγίας Μαρίναν έπαιρναν νερό από την κοντινή πηγή Κεφαλοβρύσι, ενώ έπλεναν τα ρούχα τους επίτοπου. Τα σπίτια του οικισμού, που ερήμωσαν πριν από πολλά χρόνια, έχουν μετατραπεί σε πεζούλες με αμπέλια και κήπους. Οι κάτοικοι που έφυγαν τελευταίοι από την Αγία Μαρίνα ήταν οι Μετζάκηδες και οι Τσικαλάκηδες (Τρικούπηδες), οι οποίοι αποτελούσαν κάποτε τον κορμό του πληθυσμού σε αυτό το συνοικισμό.
Με είσοδο στο προαύλιο του ναού του Αγίου Γεωργίου βρίσκεται το κτίριο του Δημοτικού Σχολείου Μυρσίνης. Μετά την κατάργηση της σχολικής μονάδας της Μυρσίνης στο κτίριο αυτό στεγάστηκαν τα γραφεία της Κοινότητας Μυρσίνης, τα γραφεία του Αγροτικού Συνεταιρισμού και το Αγροτικό Ιατρείο. Τα τελευταία χρόνια, με πρωτοβουλία του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυναικών Μυρσίνης, το κτίριο συντηρήθηκε και η μεγάλη αίθουσα του Σχολείου απέκτησε τη δυνατότητα λειτουργίας ως χώρος συνεστιάσεων.
Το κτίριο του Σχολείου άρχισε να κτίζεται το 1923 σε οικόπεδο που είχε παραχωρηθεί από ιδιώτες στην ενορία του Αγίου Γεωργίου και στη συνέχεια δόθηκε από την ενορία για την ανέγερση σχολείου. Το πρώτο σχολικό έτος που στεγάστηκαν μαθητές σε αυτό ήταν το 1927-28, ενώ η κατασκευή αποπερατώθηκε το 1931.
Ο εγκαταλελειμμένος σήμερα συνοικισμός του Άη-Γιάννη, που αποτελούσε ένα από τα «Μετόχια» της Μυρσίνης, με την ομώνυμη εκκλησία, βρίσκεται περίπου δυόμιση χιλιόμετρα νότια από το σημερινό χωριό. Ο συνοικισμός αυτός δεν είχε κάποια πηγή και για αυτό οι κάτοικοί του έφερναν αναγκαστικά νερό με σταμνιά από το «Δαφνή Πλάτανο». Οι τελευταίοι κάτοικοι του συνοικισμού αυτού, σύμφωνα με μαρτυρίες ηλικιωμένων που κατέγραψε ο Ν.Γαρεφαλάκης πριν το 1990, ήταν οι Τραγουδιστάκηδες, οι Κουρουπάκηδες και ο Γλεζάκης.
Ο ναός που είναι μονόχωρος καμαροσκέπαστος με δυτική είσοδο είναι αφιερωμένος στον Άγιο Ιωάννη το Θεολόγο η μνήμη του οποίου κανονικά τιμάται στις 26 Σεπτεμβρίου. Άγνωστο όμως για ποιο λόγο ο ναός λειτουργείται και εορτάζει στις 29 Αυγούστου, του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου. Στην εκκλησία του Άη Γιάννη ανήκουν οι εικόνες: Θεοτόκος (1846), Άγιος Ιωάννης Θεολόγος (1847) και Τίμιος Πρόδρομος (1886).
Η Βρύση της Μυρσίνης είναι το κέντρο του χωριού. Πλατεία του χωριού θεωρείται ο χώρος μπροστά από τη Βρύση. Εκεί γίνονται οι χοροεσπερίδες, τα γαμήλια γλέντια κ.α.
Μέχρι το 1915 το νερό έβγαινε απευθείας από τη γη, όπως σε όλες τις πηγές. Υπήρχε μόνο ένα βαθούλωμα που γέμιζε νερό και από εκεί γεμίζαν οι άνθρωποι τα σταμνιά τους με ένα πετροκουνενό. Το νερό έφευγε από χωματένιο αγωγό και το χρησιμοποιούσαν για πότισμα των κήπων.
Το 1915 τοποθετήθηκαν τα πελέκια που αποτελούν την πρόσοψη της κρήνης και χαμηλά επτά πέτρινες σκαλιστές γούρνες. Από την πρώτη έπιναν νερό τα ζώα και οι άλλες αποτελούσαν το πλυσταριό του χωριού. Αργότερα η Κοινότητα απαγόρευσε το πλύσιμο εκεί και αφαίρεσε τις γούρνες-σκάφες. Άφησε μόνο την πρώτη που υπάρχει μέχρι σήμερα όπως και το πέτρινο πελεκητό κουτσουνάρι που έφερνε το νερό έξω από το κτιστό - κλειστό σπίτι της πηγής.
Σε κάποιες περιπτώσεις το νερό της Βρύσης έχει λιγοστέψει εξαιτίας των περιορισμένων βροχοπτώσεων και σπάνια έχει στερέψει τελείως, όπως συμβαίνει τα τελευταία τέσσερα χρόνια.
Το φαράγγι του Κουδουμή ή Μονοκαράς.
Από τα άγνωστα φαράγγια της Σητείας το οποίο σχηματίζεται ανάμεσα από τα χωριά Τουρλωτής και Σφάκας που μετά από πορεία 1,5 βρίσκεται το μικρό οροπέδιο της Μονακαράς.
Η διαδρομή έχει λίγες δυσκολίες μια και το μονοπάτι που ακολουθεί το ρέμα του ποταμού δεν είναι σε καλή κατάσταση.
Πολλά σπάνια είδη χλωρίδας φυτρώνουν στα απόκρημνα βράχια του φαραγγιού με κυριαρχία των φρυγάνων, θυμάρι Coridothymus capitatus, αχινοπόδι Genista acanthoclada, φασκόμηλο Salvia fruticosa, ρίγανη Origanum onites κάπαρη Capparis spinosa, πρίνους Quercus coccifera, σκίνοι Pistacia lentiscus, πικροδάφνες και πολλά είδη ορχιδέας.
Το φαράγγι αυτό σχηματίζεται ανάμεσα στα χωριά της Σφάκας και της Τουρλωτής από το ρέμα του ομώνυμου ποταμού,και ξεκινά την φιδογυριστή πορεία του ανάμεσα στα στειακά βουνά από το οροπέδιο της Μονοκαράς.Περίπου πεντακόσια μέτρα την Σφάκα στην πρώτη στροφή και από τα δεξιά βρίσκεται η "είσοδος"του φαραγγιού και η ανηφορική διαδρομή οδηγεί στο οροπέδιο της Μονοκαράς πεντακόσια περίπου μέτρα ψηλότερα.Το μήκος του φαραγγιού πλησιάζει τα 3 χιλιόμετρα, το δε μέγιστο ύψος του υπερβαίνει τα 150 μέτρα.Αρχικά τα πρανή του φαραγγιού βρίσκονται σε απόσταση περίπου είκοση μέτρων μεταξύ τους όμως όσο ανεβαίνουμε ανοίγουν και η απόσταση τους σχεδόν τριπλασιάζεται,ενώ ψηλώνουν κιόλας δημιουργώντας εντυπωσικές πτυχώσεις,με την μορφολογία τους να παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον.Στα πρώτα μέτρα αμέσως μετά την δεξαμενή ακολουθούμε το στοιχειώδες μονοπάτι που έχουν δημιουργήσει τα ζώα που βόσκουν στην περιοχή,ενώ όσο ανεβαίνουμε πληθαίνουν οι πέτρες και μετά από λίγο βρισκόμαστε να περπατάμε πάνω σε ένα στρώμα από αυτές που κατέβασε το ρέμα στα παλαιότερα χρόνια τότε που οι ποσότητες του νερού ήταν μεγάλες. Σήμερα το ρέμα δεν κατεβάζει καθόλου νερό και το φαράγγι σε όλο του το μήκος είναι στεγνό.
Ο εγκαταλελειμμένος σήμερα συνοικισμός του Πέρα Μετόχι ή Τσαγκαριανό, που αποτελούσε ένα από τα «Μετόχια» της Μυρσίνης, βρίσκεται επτακόσια μέτρα νότια από το σημερινό χωριό, τριακόσια μέτρα νότια από την Αγία Μαρίνα και διακόσια μέτρα από το Κεφαλοβρύσι. Τα ερείπια των σπιτιών που βλέπει ο επισκέπτης σήμερα δείχνουν πως ο οικισμός κατοικούταν μέχρι σχετικά πρόσφατα.
Αν και δεν είναι γνωστό ούτε για αυτό το συνοικισμό το πότε πρωτοκατοικήθηκε, οι Μυρσινιώτες που είχαν γεννηθεί γύρω στο 1880 μαρτυρούν πως στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα το Πέρα Μετόχι ήκμαζε περισσότερο από όλα τα άλλα ώστε να φαίνεται πως θα αποτελέσει το κέντρο των «Μετοχίων».
Οι κάτοικοι του Πέρα Μετοχιού έπαιρναν νερό από το Κεφαλοβρύσι που ήταν σε απόσταση λίγων λεπτών με τα πόδια. Όπως και οι κάτοικοι της Αγίας Μαρίνας έπλεναν τα ρούχα τους επιτόπου και τα άπλωναν να στεγνώσουν στους γύρω βάτους και πλατάνους.
Για πολλά χρόνια οι περισσότεροι από τους κατοίκους ήταν Τσαγκαράκηδες και για αυτό το λόγο το Πέρα Μετόχι πήρε το όνομα «Τσαγκαριανό». Για να παινέσουν το χωριό τους οι κάτοικοι το ονόμαζαν και «Μπισκούκι» ή «Δοξάτο».
Τη ζωή στο Πέρα Μετόχι τάραξε ο πόλεμος του 1912-13 στον οποίο πήραν μέρος δεκαέξι Περομετοχιανοί νέοι. Την εποχή αυτή οι κοπελιές του Πέρα Μετοχιού τραγουδούσαν με παραπονιάρικο σκοπό αυτοσχέδιους στίχους όπως το:
Πάει και το Δοξάτο μας πάει και το Μπισκούκι
σα να το καταστρέψανε οι Βούλγαροι κι οι Τούρκοι
Ανάμεσα στους κατοίκους του συνοικισμού ήταν και ο Τσαγκαροκωσταντής που το ευρύχωρο καμαρόσπιτό του και το μικρό καφενεδάκι του είχαν γνωρίσει πολλά γλέντια και χαρές. Ακόμα, στα μεταπολεμικά χρόνια (1945) είχε διαλέξει το Πέρα Μετόχι για κατοικία του ο αείμνηστο γιατρός Μιχάλης Καταπότης ο οποίος έμεινε εκεί μέχρι το θάνατό του. Τότε όμως ο συνοικισμός είχε εγκαταληφθεί από τους περισσότερους κατοίκους του. Είχαν μείνει μόνο οι οικογένειες του Μανόλη Κριτσωτάκη, του Κουρούπη και του Τσαγκαροκωσταντή. Πριν το 1950 οι δύο τελευταίοι έφυγαν και έμεινε μόνος ο Κριτσωτάκης με τη γυναίκα του Πιπίνα.
http://prosym.gr/